- περιτινάσσω
- Ατινάζω εδώ κι εκεί, ανατρέπω, γκρεμίζω.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
περιτινάξεις — περιτινάσσω aor subj act 2nd sg (epic) περιτινάσσω fut ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιτινάξαντες — περιτινάσσω aor part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιτινάσσονται — περιτινάσσω pres ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιτινάσσων — περιτινάσσω pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)